Φωτοβολταϊκά, λιγνίτης και απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος στη Δυτική Μακεδονία, μια περιοχή που αποτελεί το μεγαλύτερο ενεργειακό κέντρο της Ελλάδας και το τέταρτο, σε μέγεθος, στην Ευρώπη. Αναδημοσίευση newpost.gr .
Εν αναμονή των ανακοινώσεων του πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου, για τη δημιουργία φωτοβολταϊκού πάρκου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, 200 Μεγαβάτ, στην Πτολεμαΐδα, οι τοπικές κοινωνίες προβάλλουν το αίτημα της εγκατάστασης εργοστασίων κατασκευής φωτοβολταϊκών πάνελ, προκειμένου να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας.
Από την πλευρά της, η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας έχει εκφράσει ήδη, μέσω συνέντευξης του περιφερειάρχη Γιώργου Δακή, την πρόθεσή της για διατήρηση του ενεργειακού χαρακτήρα της περιοχής, συνδυάζοντας τις επενδύσεις του «παραδοσιακού τρόπου» παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (νερά - λιγνίτες) με τις νέες εξελίξεις και τεχνολογίες (όπως τα βιοκαύσιμα, η ηλιακή και αιολική ενέργεια κ.ο.κ.).
Την ίδια στιγμή και στο πλαίσιο των συζητήσεων για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, το ΤΕΕ Δυτικής Μακεδονίας ζητεί από την κυβέρνηση έναν ολοκληρωμένο επιχειρησιακό σχεδιασμό, με στόχο να καλυφθεί το αναπτυξιακό έλλειμμα που ενδεχομένως θα προκύψει από τα σενάρια που θα ακολουθηθούν.
Το Λιγνιτικό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας
Τα χαρακτηριστικά του Λιγνιτικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας περιγράφει ο αναπληρωτής διευθυντής του Κέντρου, Γιάννης Καραμπακάκης, που δεν παραλείπει να υπογραμμίσει τη σημασία του λιγνίτη τόσο για την περιοχή όσο και για ολόκληρη τη χώρα. «Ο λιγνίτης για την Ελλάδα είναι χρυσάφι, γιατί δίνει τη φθηνότερη τιμή κιλοβατώρας, είναι εγχώριο καύσιμο και παρέχει στη χώρα μας το πλεονέκτημα της ενεργειακής ανεξαρτησίας», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Μιλώντας για το ενεργειακό κέντρο της περιοχής, σημειώνει ότι το Λιγνιτικό Κέντρο αποτελείται από τους πέντε ατμοηλεκτρικούς σταθμούς (Αγίου Δημητρίου, Καρδιάς, Πτολεμαΐδας, Αμυνταίου και Μελίτης) και τα ορυχεία του Νοτίου Πεδίου, του Πεδίου Καρδιάς, του Κύριου Πεδίου στο ορυχείο Μαυροπηγής, του Ορυχείου Αμυνταίου και των λιγνιτωρυχείων Αχλάδας (που αποτελούν ιδιωτική εκμετάλλευση).
Το ανθρώπινο δυναμικό που απασχολείται στο σύνολο των δραστηριοτήτων των ΑΗΣ και των ορυχείων φτάνει τους περίπου 9.500 ανθρώπους. Πιο συγκεκριμένα, στα ορυχεία, το μόνιμο και έκτακτο προσωπικό υπολογίζεται σε 5.500 άτομα και το εργολαβικό προσωπικό σε 2.000. Αντίστοιχα, στους σταθμούς απασχολούνται από πλευράς ΔΕΗ περισσότεροι από 2.000 άνθρωποι και από πλευράς εργολάβων περίπου 500-600 άτομα.
«Το αμέσως επόμενο μεγάλο ενεργειακό κέντρο στην Ελλάδα είναι αυτό της Μεγαλόπολης, που όμως σε τάξη μεγέθους είναι περίπου το ένα τέταρτο του ενεργειακού κέντρου Δυτικής Μακεδονίας», σημειώνει ο κ. Καραμπακάκης και διευκρινίζει ότι το ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας συμπληρώνουν ο σταθμός της Κομοτηνής, που λειτουργεί με φυσικό αέριο, οι διάσπαρτοι υδροηλεκτρικοί σταθμοί σε όλη τη χώρα, αλλά και οι πετρελαϊκοί σταθμοί που λειτουργούν στα νησιά.
«Ο λιγνίτης που παράγεται στα ορυχεία της Δυτικής Μακεδονίας τροφοδοτεί τους ατμοηλεκτρικούς σταθμούς της περιοχής, από τους οποίους παράγεται περίπου το 55% της ηλεκτρικής ενέργειας που ''καταναλώνει'' το διασυνδεδεμένο σύστημα της ηπειρωτικής Ελλάδας», αναφέρει.
Με αφορμή το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται παγκοσμίως για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σχολιάζει ότι η ενέργεια από τα φωτοβολταϊκά δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση ενός συστήματος παραγωγής ενέργειας, λόγω του γεγονότος ότι δεν υπάρχει πάντα ηλιοφάνεια. Κάνει λόγο για συμπληρωματική λειτουργία των φωτοβολταϊκών και υπογραμμίζει ότι ο λιγνίτης, σε συνδυασμό με τις νέες τεχνολογίες εγκαταστάσεων σταθμών καύσης, μπορεί να πετύχει πολύ καλά αποτελέσματα, τόσο ως προς την παραγωγή ενέργειας όσο και ως προς την προστασία του περιβάλλοντος.
Έκθεση του ΤΕΕ / Τμήμα Δυτικής Μακεδονίας
Με την τοποθέτηση για την αξιοποίηση των εγχώριων κοιτασμάτων λιγνίτη συμφωνεί, άλλωστε, και το ΤΕΕ/Τμήμα Δυτικής Μακεδονίας, σε έκθεση που δημοσιοποίησε, με αφορμή τα σενάρια απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και την επίπτωση αυτών στη Δυτική Μακεδονία.
«Περισσότερα από 300 εκατομμύρια κυβικά μέτρα αγόνων και λιγνίτη εξορύσσονται ετησίως στον ενεργειακό άξονα της Δυτικής Μακεδονίας. Περισσότεροι από 9.000 εργαζόμενοι απασχολούνται άμεσα ή έμμεσα στην επίπονη διαδικασία μετατροπής του πολύτιμου εθνικού ορυκτού σε δημόσιο αγαθό. Σε ποσοστό περίπου 25% το ΑΕΠ της Δυτικής Μακεδονίας διαμορφώνεται από τον επιχειρησιακό κύκλο της εξόρυξης, διακίνησης και καύσης του λιγνίτη», αναφέρει η έκθεση.
Παράλληλα, στο πλαίσιο των συζητήσεων για ομαλή και βιώσιμη μετάβαση σε καθεστώς περιορισμού της συμμετοχής του λιγνίτη στο ενεργειακό ισοζύγιο, το ΤΕΕ/Τμήμα Δυτικής Μακεδονίας προτείνει μεταξύ άλλων την εξάντληση των περιθωρίων παράτασης της ζωής των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων και ορυχείων, την αντικατάσταση τών περιβαλλοντικά και ενεργειακά μη αποδοτικών μονάδων από νέες σύγχρονες μονάδες, την αποκατάσταση του πληγέντος περιβάλλοντος και την επένδυση στη γνώση και την καινοτομία.
«Ζητάμε έναν συνολικό σχεδιασμό, ένα συγκεκριμένο σχέδιο ανάπτυξης για την περιοχή που θα δώσει τη δυνατότητα στη Δυτική Μακεδονία να καλύψει το αναπτυξιακό έλλειμμα που ενδεχομένως θα προκύψει από τα σενάρια που θα ακολουθηθούν αναφορικά με την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας», σημειώνει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΤΕΕ (Τμήμα Δυτικής Μακεδονίας) και δημοτικός σύμβουλος Κοζάνης, Δημήτρης Μαυροματίδης.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υπενθυμίζουμε ότι δεν δημοσιεύουμε ακραία σχόλια υβριστικού ή προσβλητικού περιεχομένου. Παρακαλούμε τους αναγνώστες μας να γράφουν τα σχόλια τους σε Ελληνικά και οχι σε greeklish.