Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

Βραδιά Κινηματογράφου, Τετάρτη 1 Ιουνίου με την ταινία "Η Μάχη του Αλγεριού"

Το Σχήμα Λόγου θα προβάλει τη ταινία "Η Μάχη του Αλγερίου" την Τετάρτη 1 Ιουνίου στο
"Βιτρό" (Μαχαιράδικα στο Άργος Ορεστικό.)Η είσοδος είναι ελεύθερη και η προβολή θα γίνει στις 21:15.


Η Μάχη του Αλγερίου (1966)

Υπόθεση: Ο Gillo Pontecorvo, μας μεταφέρει στο ταραχώδες Αλγέρι και στην μάχη για ανεξαρτησία από την Γαλλική κατοχή, σε μία χρόνια-κλειδί στα μέσα του 1950. Το 1954, το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο του Αλγερίου (FLN), σκοτώνει Γάλλους αστυνομικούς, ξεκινώντας τον αγώνα για την απελευθέρωση της χώρας. Σε αντίποινα ο Αρχηγός της Αστυνομίας βάζει βόμβα στην Αραβική συνοικία με αποτέλεσμα πολλοί από τους κατοίκους να σκοτωθούν. Το FLN, με τη σειρά του, στέλνει τρεις γυναίκες –βομβιστές, σε δύο καφέ και στην Air France στην Ευρωπαϊκή συνοικία. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η Γαλλία στέλνει στρατιωτικές δυνάμεις με επικεφαλή τον συνταγματάρχη Mathieu, γνωστό για τη σκληρότητα του και την ασέβεια του στα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο συνταγματάρχης προσπαθεί να καταπνίξει την επανάσταση με βασανιστήρια.


Κριτική του Βασίλη Ραφαηλίδη
Ένας διπλός θρύλος συνοδεύει τούτη την ταινία, γυρισμένη το 1965 στο Αλγέρι την περίοδο που ο Μπουμεντιέν ανέτρεπε τον Μπεν Μπέλα χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, τα άρματα και τους στρατιώτες που είχαν παραχωρηθεί στον Ποντεκόρβο για τις ανάγκες του γυρίσματος, έτσι ώστε, για πρώτη φορά ίσως, ο κινηματογράφος να πάρει μέρος στο «φτιάξιμο» της ιστορίας περνώντας από τη φιξιόν κατευθείαν στην πράξη, προκαλώντας μ' αυτόν τον τρόπο μια πολύ χαρακτηριστική σύγχυση στους κατοίκους που προς στιγμήν μπέρδεψαν το σινεμά με την πραγματικότητα: 1) Ο Τζίλο Ποντεκόρβο είναι γιος του διάσημου ατομικού επιστήμονα που κατέφυγε στη Σοβιετική Ένωση αμέσως μετά τον πόλεμο, συναποκομίζοντας κάποια μυστικά. Ήταν φυσικό ο θρύλος του πατέρα να συνοδεύει και το γιο, πολύ περισσότερο όταν κι αυτός, όπως ο πατέρας, δεν έκρυβε τη μαρξιστική του τοποθέτηση. Ο Ποντεκόρβο, άνθρωπος κολοσσιαίας κουλτούρας, χρησιμοποιεί τον κινηματογράφο κατά κάποιον τρόπο σαν χόμπι ή μάλλον όταν νομίζει πως έχει να πει κάτι το πολύ σημαντικό. Όντας μαθητής και φίλος του Γιόρις Ίβενς γύρισε πολλά ντοκιμαντέρ — και μόνον τέσσερις ταινίες μεγάλου μήκους από τις οποίες το Καπό (1960) τον έκανε διεθνώς γνωστό. 2) Η μάχη, του Αλγερίου απέχει απ' τα πραγματικά περιστατικά (στα οποία αναφέρεται) ελάχιστα χρόνια, γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στον τόπο όπου αναφέρεται η ιστορία, και χρησιμοποιεί ως κομπάρσους τους ανθρώπους που στον απελευθερωτικό πόλεμο του Αλγερίου ήταν οι πραγματικοί πρωταγωνιστές της Ιστορίας.
Αυτοί οι δύο παράγοντες (ο ένας υποκειμενικός και ο άλλος αντικειμενικός) σίγουρα έπαιξαν το ρόλο τους στη φήμη της ταινίας.
Όμως, τούτη η φήμη δεν είναι αποκύημα της μυθοποιητικής φαντασίας μόνο: ο Ποντεκόρβο, ένας μανιακός περφεξιονίστας που δουλεύει χρόνια πάνω σ' ένα σενάριο, είναι ένας δημιουργός με στιλ απολύτως προσωπικό. Αρνούμενος κατηγορηματικά τις ευκολίες του στούντιο, γυρίζει πάντα σε φυσικούς χώρους, στους οποίους, όμως, κάνει τόσες επεμβάσεις ώστε αυτοί να μεταλλάσσουν σ' ένα πελώριο ντεκόρ. Έτσι, ο Ποντεκόρβο — ντοκιμαντερίστας βρίσκεται πάντα στο οικείο του περιβάλλον ελέγχοντας και την τελευταία του λεπτομέρεια, σαν να επρόκειτο για ένα στημένο ντεκόρ λίγων τετραγωνικών μέτρων.

Απ' την άποψη της διευθέτησης ταυ φυσικού χώρου Η μάχη του Αλγερίου είναι ένας σωστός άθλος: η πόλη του Αλγερίου μοιάζει να 'χει αδειάσει από τους κατοίκους της και να 'χει ξαναγεμίσει από τους ιδίους, αλλά αυτή τη φορά υπό την ιδιότητα των κομπάρσων που κινούνται στον φυσικό τους χώρο, ο οποίος έπαψε να 'ναι «φυσικός» καθώς βάφτηκε, ανακαινίστηκε, ξηλώθηκε, γκρεμίστηκε και —προπαντός— φωτίστηκε σαν να 'ταν μια κολοσσιαία σκηνή θεάτρου.
Μέσα σ' αυτόν το «ρετουσαρισμένο» πραγματικό χώρο τοποθετείται μια «ρετουσαριομένη» πραγματική ιστορία. Η ιστορία τής Κάσμπα (της παλιάς μουσουλμανικής συνοικίας της πόλης), που υπήρξε (κυριολεκτικά) η ακρόπολη της αλγερίνικης επανάστασης.
Όπως και το ντεκόρ, η ιστορία είναι πραγματική αλλά ανασυνθεμένη απ' τον γόνιμο σεναρίστα του Ποντεκόρβο, τον Φράνκο Σολίνας, με τρόπο ώστε το «ρετούς» να υπηρετεί τις ανάγκες του Ποντεκόρβο και όχι την αντικειμενικότητα της Ιστορίας — μια αντικειμενικότητα που δε χάνεται, βέβαια, ως αίτημα αλλά και που δεν μπαίνει τροχοπέδη στην άποψη του Ποντεκόρβο γι' αυτή την Ιστορία, που δεν είναι καθόλου επική.

Εν πάση περιπτώσει, πρόθεση του δεν είναι να κάνει ένα ιστορικό φρέσκο ή ένα έπος σε στιλ Θωρηκτό Ποτέμκιν ή ένα ανασυνθεμένο ντοκιμαντέρ, αλλά να ερμηνεύσει τη διαδικασία της γέννησης ενός ιδιόρρυθμου αντάρτικου, το οποίο ως τρόπος δράσης και ως νοοτροπία βρίσκονταν πάρα πολύ κοντά στις απόψεις του Φραντς Φανόν για το επαναστατικό δυναμικό των λούμπεν. (Άλλωστε, ο Φανόν έγραψε το Της γης οι κολασμένοι με βάση τις εμπειρίες του απ' την αλγερίνικη επανάσταση, της οποίας υπήρξε ο θεωρητικός.)

Ένα τέτοιο αντάρτικο δε στηρίζεται στη «διαφώτιση» και συνεπώς στη «λογική» ένταξη, αλλά στην ενεργοποίηση των ενστί κτων του μίσους και της επιθετικότητας του καταπιεσμένου που εκρήγνυται κατά κύματα, άτακτα, αλλά με μια δύναμη σαρωτική. Είναι προφανές ότι μια τέτοια νοοτροπία θα ήταν εντελώς ακατάλληλη να υπαγορεύσει ένα επικό στιλ στον τομέα της αισθητικής, πράγμα που το γνώριζε άριστα ο Ποντεκόρβο. Γι' αυτό, κοίταξε την Ιστορία μέσα απ' τα μάτια εντελώς εξατομικευμένων ηρώων που μοιάζουν να βγαίνουν απ' τη μάζα των κομπάρσων, να παίζουν το ρόλο τους και να ξαναχάνονται στην ίδια μάζα. Έτσι, η ατομική περίπτωση (π.χ. του κεντρικού ήρωα Αλή) παραπέμπει αυτόματα στη γενική που τη συμβολοποιεί και τη συγκεκριμενοποιεί.
Αυτή η σχέση του ήρωα με τη μάζα στην οποία οργανικά ανήκει, γίνεται φανερή και κατά την αντίστροφη φορά: οι κομπάρσοι χάνουν την ανωνυμία και το διακοσμητικό τους χαρακτήρα καθώς αποτελούν την «πηγή» από την οποία ξεκινάει και στην οποία καταλήγει ο εξατομικευόμενος ήρωας. Γι' αυτό ακριβώς ο θεατής έχει την εντύπωση πως τα πλάνα που περιγράφουν τη δράση ενός συγκεκριμένου ήρωα είναι ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΑ μιας μάζας νοούμενης σαν ένα πολυκέφαλο πρόσωπο. Είναι φανερό, λοιπόν, πως οι κομπάρσοι αποτελούν ένα είδος χορού που άλλοτε σχολιάζει και παρακινεί σε δράση και άλλοτε δρα —ανάλογα με τις γρήγορες μεταπτώσεις— απ' το γενικό στο ειδικό και αντίστροφα.
Τούτες οι μεταπτώσεις, υπαγορευμένες απ' την «ψυχολογική» ιδιομορφία της αλγερινής επανάστασης, δικαιολογούν τόσο τα απότομα ξεκινήματα και σταματήματα της δράσης όσο και την εκπληκτική τελευταία σκηνή στην οποία περιγράφεται το απροσδόκητο και εντελώς ξαφνικό (φαινομενικά) χύσιμο στους δρόμους ενός πλήθους έτοιμου να σαρώσει τους πάντες και τα πάντα ύστερα από δύο ολόκληρα χρόνια σχεδόν απόλυτης αδράνειας.

Η ταινία του Ποντεκόρβο δεν είναι μόνον η περιγραφή του πρώτου αντάρτικου των πόλεων. Είναι συγχρόνως και μια σοφή μαρξιστική μελέτη πάνω στο υποκείμενο της Ιστορίας, που είναι ταυτόχρονα και το αντικείμενο της: ο λαός φτιάχνει την Ιστορία για τον εαυτό του και όχι για τους αφεντάδες, τη φτιάχνει μόνος του και όχι διά εντολοδόχων. Βέβαια, έτσι γινόταν πάντα και ο Ποντεκόρβο δεν κομίζει γλαύκα εις Αθήνας. Όμως, γνωρίζετε πολλούς κινηματογραφιστές που κατάφεραν να χρησιμοποιήσουν ταυτόχρονα το υποκείμενο της ιστορίας και ως αντικείμενο της; Ο Ποντεκόρβο δεν απλοποιεί τη διαλεκτική για λόγους σκοπιμότητας και κατανοητότητας. Προτιμάει τη χεγκελιανή φόρμουλα «ταυτότητα της ταυτότητας και τη μη ταυτότητας» παρά την υπεραπλουστευμένη της μορφή «θέση-αντίθεση-σύνθεση» που προκάλεσε τόσες συγχύσεις και τόσες παρανοήσεις με την έννοια της χρονικής διαδοχής που προϋποθέτει. Στο χεγκελιανό σχήμα, κάτι «είναι και ταυτόχρονα παύει να είναι» την ίδια στιγμή, η κατάφαση εμπεριέχει την άρνηση της. Στο εκλαϊκευτικό σχήμα, η άρνηση έπεται χρονικά της κατάφασης και σ' ένα τρίτο χρονικό στάδιο δημιουργεί μια νέα κατάφαση.
Ο Ποντεκόρβο είναι ένας πολύ μεγάλος διαλεκτικός, και η φήμη του κάθε άλλο παρά μύθος είναι. Ο Γαβράς και οι όμοιοι του, αν τον πρόσεχαν λιγάκι (και αν έπιαναν και κανένα βιβλίο στο χέρι τους), θα ντρέπονταν για ταινίες σαν την Κατάσταση πολιορκίας π.χ., με την οποία ο θεατής, αν βρει κάποιες ομοιότητες, θα πρέπει να τις θεωρήσει εντελώς τυχαίες.
«Το Βήμα», 15-4-1975.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΙΝΙΑΣ
Πρωταγωνιστούν:
Brahim Hadjadj ... Ali La Pointe
Jean Martin ... Col. Mathieu
Yacef Saadi ... Djafar
Samia Kerbash ... One of the girls
Ugo Paletti ... Captain
Fusia El Kader ... Halima
Omar
Mohamed Ben Kassen ... Petit Omar
Σκηνοθεσία:
Gillo Pontecorvo

Σενάριο:
Gillo Pontecorvo
Franco Solinas
Παραγωγή
Antonio Musu
Yacef Saadi

Μουσική
Ennio Morricone
Gillo Pontecorvo

Φωτογραφία
Marcello Gatti

Μοντάζ
Mario Morra
Mario Serandrei

Σχεδιασμός Παραγωγής
Sergio Canevari

Σκηνικά
Sergio Canevari

Κοστούμια
Giovanni Axerio

Βοηθός Σκηνοθέτη
Fernando Morandi
Εταιρείες Παραγωγής
Igor Film
Casbah Film (co-production)
Διάρκεια
117'
Φεστιβάλ Βενετίας 1966, Χρυσό Λιοντάρι / Βραβείο Fipresci
Υποψήφιο για 3 Όσκαρ
ΓΙΑ ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ
Η ταινία είναι βασισμένη στο βιβλίο του Saadi Yacef «Αναμνηστικά από τη Μάχη του Αλγερίου». Μετά τη σύλληψη του το 1957, ο Yacef φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο. Όσο ήταν εκεί, κατέγραψε τις εμπειρίες του, κατά τη διάρκεια του πολέμου. Μετά την απελευθέρωση του, έγινε μέλος της νέας κυβέρνησης, η οποία στήριξε τη δημιουργία μιας ταινίας, βάση του βιβλίου του.
Τότε ο Salash Baazi, πλησίασε τον σκηνοθέτη Gillo Protecorvo και το σεναριογράφο Franco Solinas.
Το πρώτο σενάριο του Solinas, με τίτλο «Para», ήταν από τη σκοπιά ενός απογοητευμένου Γάλλου αλεξιπτωτιστή, ρόλο, που σκηνοθέτης και σεναριογράφος, ήθελαν να έχει ο Paul Newman. Ο Baazi το απορρίπτει γιατί υποστηρίζει πως βάζει το βασικό θέμα, που ήταν τα βάσανα του αλγερινού λαού, σε δεύτερη μοίρα. Επιπλέον, γράφει δικό του σενάριο, το οποίο δεν γίνεται δεκτό από τους Ιταλούς παραγωγούς, που το βρίσκουν υπερβολικά προσκείμενο στους Αλγερινούς. Παρόλο που οι Ιταλοί επιχειρηματίες έβλεπαν με θετική ματιά τον αγώνα τους, επέμεναν στην ουδέτερη απόδοσητων γεγονότων.

Το τελικό σενάριο της Μάχης του Αλγερίου, έχει Αλγερινό πρωταγωνιστή και δείχνει το πόσο υπέφεραν από τη σκληρότητα και οι δύο μεριές. Παρόλο που
η ταινία βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, οι χαρακτήρες που παρουσιάζονται είναι σύνθετοι. Για παράδειγμα ο συνταγματάρχης Mathieu, είναι ένα πάζλ πολλών ανωτέρων Γάλλων αξιωματικών, που έδρασαν βίαια κατά των Αλγερινών.

Η Μάχη του Αλγερίου

Η Μάχη του Αλγερίου είναι μια συναρπαστική ταινία για την Αλγερινή επανά¬σταση στα τέλη της δεκαετίας του '50. Σκηνοθετημένη από τον Τζίλο Ποντεκόρβο, τον ιταλό σκηνοθέτη που απαθανάτισε την διαδήλωση στη Γένοβα τον Ιούλη του 2001, περιγράφει με εντυπωσιακή αμεσότητα την έκρηξη του απελευθερωτικού κινήματος, την βαρβαρότητα του γαλλικού ιμπεριαλιστικού στρατού κατοχής, την δικαιολογημένη χρήση βίας από τους αγωνιστές της αντίστασης.

Η δύναμη της ταινίας είναι τόσο μεγάλη που οι γαλλικές κυβερνήσεις την είχαν απαγορεύσει μέχρι το 1971. Η πρώτη προβολή της στο Παρίσι σημαδεύτηκε από διαδηλώσεις και συγκρούσεις με την αστυνομία, ενώ πρόσφατα το αμερικάνικο υπουργείο εξωτερικών οργάνωσε μια κλειστή προβολή για τα στελέχη του με υπότιτλο «Πώς να κερδίσετε την μάχη κατά της τρομοκρατίας και να χάσετε τον πόλεμο των ιδεών».

Το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, το FLN, ξεκίνησε το 1954 και δυο χρόνια αργότερα απλώθηκε στην πρωτεύουσα, το Αλγέρι. Η ταινία περιγράφει τη σύγκρουση στις φτωχογειτονιές της Κάσμπα, που ήταν το κάστρο του FLN, με ηγέτη τον 29χρονο Σααντί Γιασίφ (που υποδύεται ο ίδιος τον ρόλο).
Σε απάντηση στις «τρομοκρατικές» εκτε¬λέσεις της αντίστασης, ο γαλλικός στρατός ξεσπά σε ένα όργιο συλλήψεων, βασανιστηρίων, δολοφονιών και ισοπέδωσης ολόκληρων συνοικιών. Η φρίκη της βαρβαρότητας των γάλλων αλεξιπτωτιστών είναι τόσο μεγάλη που η κοινή γνώμη στην ίδια τη Γαλλία μοι¬ράζεται στα δυό.
Στο ίδιο το Αλγέρι το FLN καλεί σε μια οκταήμερη γενική απεργία.
Από στρατιωτική άποψη η απεργία είχε παταγώδη αποτυχία – αποκαλύφθηκαν όλα τα ηγετικά μέλη της οργάνωσης και έπεσαν στα χέρια του στρατού κατοχής.
Όμως, φάνηκε ότι η συντριπτική πλειοψηφία του αλγερινού λαού ήταν με την ανεξαρτησία. Στην ίδια τη Γαλλία ξεκίνησε ένα κίνημα για την απόσυρση του στρατού που τελικά το 1962 οδήγησε στην ανεξαρτησία της Αλγερίας.
Πολλοί από τους ρόλους στην ταινία του Ποντεκόρβο παίζονται από τους ίδιους τους αγωνιστές της αντίστασης. Η μουσική επένδυση του Ενιο Μορικόνε συνδυάζει τον Μπαχ με βερβερίνι-κους ρυθμούς και τους ήχους της πόλης.

Ο πρώτος πρόεδρος της ανεξάρτητης Αλγερίας, ο Μπεν Μπελά, έχει δηλώσει: «Αρχικά θεωρούσα ότι μια τέτοια ταινία θα ήταν σπατάλη, ήμασταν μια φτωχή χώρα.
Ο Γιασίφ μου είπε ότι ο αγώνας μας δεν ανήκε μόνο στον αλγερίνικο λαό.
Ανήκε σε όλους τους καταπιεσμένους του κόσμου.
Δεν μπορούσαμε να τους προδώσουμε. Βρήκαμε τα λεφτά για την ταινία».

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Η γεμάτη ρεαλισμό απεικόνιση της καθημερινής ζωής και η ένταση
στις σκηνές των ταραχών και των διαμαρτυριών, η Μάχη του Αλγερίου κλέβει τις εντυπώσεις. Ο δεξιοτεχνικός χειρισμός του πλήθους, μεταφέρει στον θεατή το πάθος των πραγματικών γεγονότων. Θέλοντας να δώσουν μία μορφή ντοκιμαντέρ, ο Prontecorvo και ο Marcello Gati, γυρνάνε την ταινία ασπρόμαυρη και πειραματίζονται με διάφορες τεχνικές. Για να μπορέσει να αποδώσει το ρεαλισμό που ήθελε, ο Prontecorvo μαζί με το Solinas, μένουν για δύο χρόνια στο Αλγέρι ψάχνοντας τοποθεσίες. Με το Yacef οδηγό, μαθαίνουν για την κουλτούρα και τις συνήθειες των κατοίκων. Επιλέγει το καστ μέσα από Άραβες, που γνωρίζει εκεί, βάση των χαρακτηριστικών τους και της συναισθηματικής απήχησης που θα μπορούσαν να έχουν στο κοινό. Γι’ αυτό το λόγο, κάποιοι από τους διαλόγους είναι μεταγλωττισμένοι.
Ο μοναδικός επαγγελματίας ηθοποιός, ήταν ο Γάλλος Jean Martin, που ενσάρκωσε το συνταγματάρχη Mathieu. O Martin ήταν κατά βάση ηθοποιός θεάτρου. Ειρωνικά, είχε χάσει πολλές δουλειές, καταδικάζοντας τις δράσεις της κυβέρνησης του στην Αλγερία

ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ
Ο ήχος – τόσο η μουσική όσο και τα εφέ- παίζει ένα πολύ σημαντικό ρόλο
στην ταινία. Ο Pontecorvo σε πολλές συνεντεύξεις του δηλώνει, πως πέρασε πάρα πολύ καιρό στην επεξεργασία των σωστών μοτίβων, που θα ταίριαζαν απόλυτα στην ταινία. Τα αρχικά μοτίβα ενσωματώθηκαν με την ορχηστική μουσική του Ennio Morricone και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την απόλυτη εναρμόνιση εικόνας και ήχου. Τα συναισθήματα εντείνονται ακόμα πιο πολύ. Morricone και Pontecorvo συνεργάζονται στενά, αν και στη σκηνή της βομβιστικής επίθεσης ο Morricone απαιτεί να έχει τον πλήρη έλεγχο.
Χρησιμοποιούν συγκεκριμένους ήχους για να διαχωρίσουν τις δυο πλευρές: ήχους των πυρών, ελικόπτερα και φορτηγά για να συμβολίσουν την γαλλική προσέγγιση για τη μάχη, ενώ οι εκρήξεις βομβών, ουρλιαχτά και θρήνοι, για να συμβολίζουν
το Αλγέρι.

Βιογραφία Saadi Yacef
Γιός αναλφάβητων Βέρβερων από την αγροτική επαρχία της Καμπίλ, ο Yacef γεννήθηκε στις 20 Ιανουαρίου του 1928 στην Κάσμπα, η οποία εκείνη την εποχή φιλοξενούσε, σε έκταση 2 τετραγωνικών χιλιομέτρων, 80.000 Αλγερινούς. Πηγαίνει σχολείο εκεί, μέχρι το 1942, όπου οι αποικιοκρατικές δυνάμεις καταλαμβάνουν το κτίριο και το μετατρέπουν σε στρατώνες. ‘Έτσι, άδοξα, τέλειωσαν και τα μαθητικά του χρόνια. Προκειμένου να κερδίσει τα προς το ζην, γίνεται μαθητευόμενος αρτοποιός.
Το 1947 και σε ηλικία 17 ετών, συμμετέχει ως μέλος του εθνικιστικού κόμματος, Parti du Peuple Algerien (PPA), κόμμα που δεν άργησε να τεθεί εκτός νόμου από τις Γαλλικές αρχές. Αν και διαλύθηκε, ανασυντάχτηκε ως Mouvement pour le Triomphe des Libertes Democratiques (MTLD). Από το 1947 ως το 1949, ο Saadi Yacef υπηρετεί στο παραστρατιωτικό τμήμα της MTLD, γνωστού ως Organisation Secrete (ΟS). Μετά τη διάλυση του OS, μετακομίζει στη Γαλλία και ζει εκεί μέχρι το 1952, όποτε επιστρέφει στο Αλγέρι, για να εργαστεί εκ νέου ως αρτοποιός. Γίνεται μέλος του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου της Αλγερίας (FLN) στις αρχές του πολέμου της ανεξαρτησίας της Αλγερίας το 1954 και ένα χρόνο μετά γνωρίζει τον Ali la Pointe , τον ήρωα στην ταινία Η Μάχη του Αλγερίου. Γνωστός και ως Ali Ammar, ο La Pointe μόλις είχε αποδράσει από τη φυλακή, όπου ήταν καταδικασμένος σε θάνατο για τη δολοφονία ενός Γάλλου αστυνομικού. Το όπλο που είχε βρεθεί στην κατοχή του, ήταν άδειο. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισης του, πολιτικοποιείται από τους συγκρατούμενους του και ψάχνει τρόπους να γίνει μέλος του FLN. Μέσα από τις επαφές του, τελικά συναντά τον Yacef.

Το Μάη του 1956 ο Yacef ανεβαίνει στην ιεραρχία και γίνεται επικεφαλής της στρατιωτικής πλευράς του FLN στην Αυτόνομη Ζώνη της Αλγερίας, μαζί με τον Ali la Pointe, που υπηρετούσε ως αναπληρωτής του. Ήταν ένας από τους ηγέτες και μαζί με τον Ali, ήταν οι άνθρωποι-κλειδιά των αλγερινών μαχών, που έμειναν στην ιστορία ως “Η Μάχη του Αλγερίου”. Από το φθινόπωρο του 1956 έως και το καλοκαίρι του 1957, οργάνωσε μία σειρά βομβιστικών επιθέσεων σε δημόσιούς χώρους στην πόλη του Αλγερίου. Όλα αυτά τα γεγονότα αποτυπώνονται στην ταινία του Gillo Pontecorvo “H Μάχη του Αλγερίου”.

Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1957, συλλαμβάνεται από τους Γάλλους και αρχικά καταδικάζεται σε θάνατο από το στρατοδικείο.Του δίνεται χάρη από τη Γαλλική κυβέρνηση, μετά την επιστροφή στην εξουσία του de Gaulle το 1958. Η ποινή του, που ήταν τρεις εις θάνατο, μετατρέπεται σε ισόβια. Μεταφέρεται από την Αλγερία στην Γαλλία, όπου και γράφει τα απομνημονεύματα του.
Με την απελευθέρωση της Αλγερίας το 1962, ο Yacef αποφυλακίζεται σε ένδειξη καλής θέλησης από τον de Gaulle . Με την υποστήριξη και την ενίσχυση της Αλγερινής κυβέρνησης, ιδρύει την εταιρία παραγωγής, Casba Films. Γίνεται συμπαραγωγός σε πολλές ταινίες, μέσα σε αυτές και στο “Lo Stranieto” του Visconti, μια ταινία βασισμένη πάνω στον “Ξένο” του Albert Camus.
Το 1964 προσλαμβάνει τον συγγραφέα και σκηνοθέτη, Gillo Pontecorvo, για να δουλέψουν πάνω στο βιβλίο του, “Σουβενίρς από τη Μάχη του Αλγερίου”. Φτιάχνουν το σενάριο για τη “Μάχη του Αλγεριου”. Η ταινία γυρίζεται μέσα σε 5 μήνες στην Κάσμπα και στους δρόμους της Αλγερινής πρωτεύουσας. ΟYacef, πέρα από την συμπαραγωγή και την παροχή του βασικού υλικού, εμφανίζεται στην ταινία υποδυόμενος ένα χαρακτήρα, βασισμένο σ’ εκείνον και στις εμπειρίες του. Το 2001, διορίζεται ως πρέσβης της Εθνικής Ένωσης της Αλγερίας από τον πρόεδρο της Αλγερίας Abdelaziz Bouteflika.Μέχρι τώρα ζει στο Αλγέρι, μαζί με τη γυναίκα του Baya. Έχει πέντε παιδιά και τρία εγγόνια.

Από επαναστάτης, παραγωγός και από απελευθερωτής, πρέσβης, o Saadi Yacef είναι ένας από τους πιο ήρεμους και γλυκομίλητους πολιτικούς της Εθνικής Ένωσης της Αλγερίας, που απεχθάνεται τη βία και καταδικάζει την χρήση βασανιστηρίων. Σκοπός του είναι πάντα,
η επίλυση των συγκρούσεων με ειρηνικό τρόπο.


Βιογραφία Gillo Pontecorvo
Γεννημένος στην Πισα της κεντρικής Ιταλίας στις 19 Νοεμβρίου του 1919, ο Gillo ήταν γιος ενός ευκατάστατου εβραίου επιχειρηματία και αδελφός του διακεκριμένου φυσικού Βruno Pontecorvo. Διακρίνεται στη χημεία κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο πανεπιστήμιο της Πισας. Εκεί για πρώτη φορά αντιλαμβάνεται τις πολιτικές αντιπαραθέσεις, όταν έρχεται σε επαφή με αριστερούς φοιτητές και καθηγητές. Το 1938, λίγο μετά την αποφοίτηση του και αντιμετωπίζοντας τον αυξανόμενο αντισημιτισμό, μετακομίζει στη Γαλλία όπου εργάζεται ως ανταποκριτής των Ιταλικών εφημερίδων La Republica και Paese Sera. Παράλληλα εργάζεται και ως καθηγητής τένις.
Στο Παρίσι έρχεται σε επαφή με τον κόσμο του κινηματογράφου και ξεκινά να γυρνάει μικρά ντοκιμαντέρ. Γίνεται βοηθός του Joris Ivens, γνωστού ντοκιμαντερίστα και Μαρξιστή. Ο Pontecorvo αρχίζει να συναναστρέφεται με κόσμο που διευρύνει τους ορίζοντες του, μεταξύ των οποίων, ο Πάμπλο Πικάσο, ο Ιγκόρ Στραβίνσκι
και ο Ζαν-Πολ Σαρτρ. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου ο Pontecorvo αναπτύσσει τα πολιτικά του πιστεύω. Επηρεάζεται ιδιαίτερα όταν πολλοί φίλοι
του από το Παρίσι πηγαίνουν στην Ισπανία για να πολεμήσουν στον Εμφύλιο Πόλεμο. Το 1948 γίνεται μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας.

Ο ίδιος συνήθιζε να λέει: “Δεν είμαι ένας καθ’ αυτού επαναστάτης. Είμαι απλός ένας άνθρωπος της Αριστεράς, όπως πολλοί Ιταλοεβραίοι”.
Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την επιστροφή του στην Ιταλία, αφήνει τη δημοσιογραφία για τον κινηματογράφο, αφού βλέπει το "Paisa" του Rossellini. Γυρίζει πολλά ντοκιμαντέρ, τα οποία χρηματοδοτεί μόνος του. Το 1957 γυρίζει την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, το “The Wide Blue Road”. Από εκεί μπορούμε ήδη να διακρίνουμε την σκηνοθετική ωριμότητα που τον χαρακτηρίζει στις επόμενες ταινίες του. Η ταινία βραβεύεται στο Karlovy Vary International Film Festival.
O Pontecorvo ξοδεύει μήνες και μερικές φορές χρόνια, προκειμένου να μαζέψει το υλικό χρειάζεται για τις ταινίες του. Τα επόμενα δυο χρόνια ετοιμάζει το Kapo, ένα δράμα που εκτυλίσσετε σε ένα ναζιστικό στρατόπεδο. Το 1961 είναι υποψήφιος για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Η μάχη του Αλγερίου είναι αριστούργημα Pontecorvo και θεωρείται ευρέως ως μία από τις καλύτερες ταινίες του είδους.

Η απεικόνιση της αλγερινής αντίστασης, ακολουθεί τα χνάρια νεορεαλιστών πρωτοπόρων δημιουργών, όπως ο de Santis και ο Rossellini. Ο Pontecorvo σαφώς διάβαζε Frantz Fanon την εποχή που γύρισε
τη Μάχη του Αλγερίου, μιας και οι αντιλήψεις του αντανακλώνται στην ταινία, αν και σε απλοποιημένη μορφή.
Το αριστούργημα του, καταφέρνει να προβληθεί ευρύτατα στις Ηνωμένες Πολιτείες και είναι υποψήφιο για δύο Όσκαρ, σκηνοθεσίας και πρωτότυπου σεναρίου.
Η ταινία ήταν και παραμένει εξαιρετικά δημοφιλής στην Αλγερία, παρέχοντας μια λαϊκή μνήμη στον αγώνα για ανεξαρτησία.
Το επόμενο μεγάλο έργο του είναι το “Burn!”(1969), στο οποίο πρωταγωνιστεί ο Marlon Brando και έχει σαν θέμα την πάλι την αποικιοκρατία, αυτή τη φορά στις Αντίλλες. Συνεχίζει να γυρίζει άκρως πολιτικές ταινίες και ντοκιμαντέρ και το 1992 αντικαθιστά τον Guglielmo Biraghi ως διευθυντής του Φεστιβάλ Βενετίας, το οποίο διευθύνει για τις τρεις επόμενες χρονιές.

Το 2006 πεθαίνει από καρδιακή ανεπάρκεια στη Ρώμη σε ηλικία 86 ετών.
Φιλμογραφία
Firenze, il nostro domani (2003 ) documentary
Un altro mondo e possibile (2001) documentary
I corti italiani (1997) short
Nostalgia di protezione (1997) short
Danza della fata confetto (1996) short
12 registi per 12 citta (1989) documentary
L'addio a Enrico Berlinguer (1984) documentary/short
Operacion Ogro (1979) movie
Queimada (1969) movie

La battaglia di Algeri (1966) movie

Paras (1963) documentary
Gli uomini del lago (1959) documentary/short
Kapo (1959) movie
Pane e zolfo (1959) documentary
Die Windrose (1957) short
La grande strada azzurra (1957) movie
Cani dietro le sbarre (1955) documentary
Giovanna (1955) short
Uomini del marmo (1955) documentary/short

Festa a Castelluccio (1954) documentary
Porta Portese (1954) documentary
Missione Timiriazev (1953) documentary
ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ:
Oliver Stone
Αυτό που με συγκλόνισε ήταν η δομή της. Ο Gillo Pontecorvo κατάφερε να «δέσει» δυο διαφορετικά είδη κινηματογράφου. Το ντοκιμαντέρ και τον κινηματογράφο στην κλασσική του μορφή .
Mira Nair
Είναι η μόνη ταινία που θα ήθελα να έχω σκηνοθετήσει . Παραδόθηκα στην δύναμη της, στην ποίηση της, στην πολιτική της. Κατάφεραν να συλλάβουν και να αποδώσουν πιστά, το πώς πραγματικά είναι να αγωνίζεσαι και να διαμαρτύρεσαι για τα δικαιώματα σου.
Spike Lee
Εσύ λες πως εγώ είμαι τρομοκράτης κι εγώ λέω ότι είμαι αγωνιστής. Το θέμα αυτής της ταινίας κρύβει παγίδες. Αν και όλα είναι σκηνοθετημένα μοιάζουν τόσο αληθινά.
Δεν ξέρω πως το κατάφεραν αυτό…
Steven Soderbergh
Έχω κλέψει πολλά από την Μάχη του Αλγερίου. Δεν το κρύβω. Ο Pontecorvo έχει δώσει τόση σημασία στη λεπτομέρεια, που ακόμα και πρόσωπα που εμφανίζονται μόνο για λίγα δευτερόλεπτα, τραβάνε την προσοχή του θεατή.
Julian Schnabel
Αν δεις τωρινές εικόνες πολέμου σε μια ασπρόμαυρη τηλεόραση , είναι σαν
να βλέπεις την Μάχη του Αλγερίου . Και αυτό ενοχλεί. Είναι μια ταινία που θα πρέπει να την δουν όλοι. Και βασικά οι μελλοντικοί δημιουργοί. Επιβάλλεται.







0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υπενθυμίζουμε ότι δεν δημοσιεύουμε ακραία σχόλια υβριστικού ή προσβλητικού περιεχομένου. Παρακαλούμε τους αναγνώστες μας να γράφουν τα σχόλια τους σε Ελληνικά και οχι σε greeklish.